«Δεν υπάρχει καλή και κακή τεχνολογία. Καλή ή κακή είναι μόνον η χρήση της τεχνολογίας. Είναι αυτονόητη η υποχρέωση του Κράτους, να προμηθεύεται ό,τι καλύτερο διατίθεται για την υποστήριξη του έργου του, όπως και το δικαίωμα, να κρατά την αποκλειστικότητα απαγορεύοντας το σε οιονδήποτε άλλον».
Είναι απαραίτητο λοιπόν ΕΥΠ και ΕΛΑΣ να διαθέτουν κατ´ αποκλειστικότητα και το predator και το Pegasus και οιαδήποτε νέα τεχνολογία παρακολουθήσεως προκύψει και παράβαση καθήκοντος, αν δεν το κάνουν» ανέφερε ο Βουλευτής Β´ Θεσσαλονίκης Δημήτρης Βαρτζόπουλος κατά την συζήτηση στην Ολομέλεια της Βουλής του νομοσχεδίου για την άρση του απορρήτου επικοινωνιών.
Ο κ. Βαρτζόπουλος υποστήριξε , ότι «το σύγχρονο δημοκρατικό Κράτος, ένας από τους βασικότερους σκοπούς του οποίου είναι η προστασία του, έστω και τη χρήσει ενόπλου βίας, πρέπει, να παρακολουθεί όποιους βούλεται για την διασφάλιση των συμφερόντων του .
Από την άλλη πλευρά η φιλελεύθερη αγωνία για την περιφρούρηση του ιδιωτικού χώρου, έτσι όπως αποτυπώθηκε αριστοτεχνικά στο 1984 του Orwell, είναι φυσικά απόλυτα σεβαστή και κατανοητή.
Αυτή όμως γεννήθηκε από τον αποτροπιασμό και την φρίκη, που προκάλεσαν τα φασιστικά καθεστώτα του 20ου αιώνος και τα 70 χρόνια υπαρκτού σοσιαλισμού και προκαλείται από τα σημερινά καθεστώτα της Κομμουνιστικής Κίνας και Κορέας, του Μουσουλμανικού Ιράν, των Αραβικών Βασιλείων και Εμιράτων και των στρατιωτικών δικτατοριών, που έχουν επιβιώσει.
Σε καμία όμως περίπτωση αυτή η φιλελεύθερη αγωνία δεν μπορεί, να αφορά την λειτουργία μιας ευρωπαϊκής κοινοβουλευτικής Δημοκρατίας. Οτιδήποτε περί του αντιθέτου κινείται στην σφαίρα της προπαγάνδας, της ιδεοληψίας ή της κωμικής συνωμοσιολογίας»
Ο βουλευτής υπογράμμισε, ότι ο νομοθέτης κινείται σε ασφαλές έδαφος καθορίζοντας τα κριτήρια, που διασφαλίζουν την ευθυκρισία και έμπειρη επιχειρησιακή δεινότητα αυτών, που αποφασιζόσουν ποιος, που, πότε και πως θα παρακολουθηθεί. Πρότεινε όμως να διευρυνθεί η επιλογή του Διοικητού της ΕΥΠ και πέραν των διπλωματών και αξιωματικών των ενόπλων Σωμάτων.
Όσον αφορά την παρακολούθηση πολιτικών προσώπων τόνισε, ότι είναι κομβικής σημασίας, διότι «εν τέλει ο ύστατος κριτής «πάντων των χρημάτων» είναι ο κυρίαρχος λαός, ο οποίος, όπως απεδείχθη ιστορικά, εκφράζεται αυθεντικά μόνον μέσω των εκπροσώπων του στα πλαίσια μιας κοινοβουλευτικής δημοκρατίας.
Η προστασία της ελευθέρας βούλησης των τελικών κριτών είναι ιδιαιτάτης σημασίας. Είναι σοφή η πρόβλεψη, να δίδεται η τελική έγκριση ελέγχου τους από τον φυσικό τους εκπρόσωπο, τον Πρόεδρο της Βουλής. Τούτο και μόνον αρκεί για να ενεργοποιηθούν όλοι οι μηχανισμοί κοινοβουλευτικής αυτοπροστασίας και μάλιστα χωρίς περιορισμούς μυστικότητας , εφ´ όσον βέβαια το επιζητήσει η πλειοψηφία»
Ο κ. Βαρτζόπουλος επεσήμανε επίσης, ότι το χρονικό διάστημα των 3 ετών, μετά το οποίο μπορούν να ενημερώνονται οι ελεγχθέντες, είναι πολύ σύντομο, σημειώνοντας, ότι ένα διάστημα πέντε ετών θα ήτο πρόσφορο, διότι υπερβαίνοντας τα όρια μιας κοινοβουλευτικής περιόδου θα απέτρεπε πρόσκαιρες πολιτικές σκοπιμότητες.
Κατέληξε, ότι το νομοσχέδιο, ισορροπεί επιτυχημένως μεταξύ των απαραίτητων φιλελευθέρων επιταγών και της ανάγκης του Κράτους, να προστατεύσει εαυτόν από τους εχθρούς του.