Γράφει ο Σταμπουλής Αστέριος
Τί είναι ο άνθρωπος πραγματικά! Απ’ την ανάγκη για μπαρ, ταβέρνες και κρεπάλες, στην ανάγκη για άθληση, εξορμήσεις στα χωριά, βόλτες στα κορφοβούνια και στους ξεχασμένους καταρράκτες του χωριού του.
Κι όλα αυτά, απ’ τη μια μέρα στην άλλη! Από μία καραντίνα! Πραγματικά εντυπωσιακό! Και δημιουργεί απορίες ταυτόχρονα. Γιατί αυτή η στροφή στη φύση; Στα βουνά; Στα ποτάμια; Ποιος ο κινητήριος μοχλός; Να μην ξεχάσουμε βέβαια και την επιστροφή στον Ιερό θεσμό της Οικογένειας.
Κι όλα αυτά από μία καραντίνα!
Τι έγινε λοιπόν και όλοι θυμήθηκαν ξαφνικά όλα αυτά που άλλοι άνθρωποι δίχως να το διατυμπανίζουν προ κορωνοϊού, επισκέπτονταν φυσικά τοπία, χωριά ερημωμένα, δασικές διαδρομές και τη γενέθλια τους γη; Τι παρακίνησε τους υπολοίπους τώρα; Βγήκε μπροστά το αναγκαίο της υπόθεσης; Βγήκε ο καημός που τόσο καιρό έκρυβαν καλά από τους «πρωτευουσιάνους», για το όμορφο χωριό τους; Αγάπησαν ξαφνικά το εξοχικό τους και το ποτάμι του χωριού τους, όπου τους χειμερινούς μήνες είχαν αφήσει έρμαιο της ακαθαρσίας; Δυσνόητες και ασύλληπτες οι κινήσεις τους. Ίσως οι σωστές λέξεις να είναι οι αδούλωτες ψυχές τους, η ελευθερία κίνησης, έκφρασης κ. α.
Ας κάνουμε μια σύγκριση και έναν απολογισμό.
Σκεφθείτε αυτούς που είτε ανέκαθεν ζούσαν στα χωριά, είτε αυτούς όπου με την πρώτη ευκαιρία, προ κορωνοϊού, επέστρεφαν στη γη που τους έθρεψε για έναν περίπατο στον καθαρό αέρα. Σκεφθείτε την παλιά ζωή. Σε μία εποχή καρβουνιάρικη, με ολίγα χρήματα, ένα καφενείο, έναν πλάτανο στην πλατεία του χωριού, μία Εκκλησία, και τη δουλειά τους. Πόσο πιο αγνά τότε! Κι όλα αυτά ήταν η χαρά τους. Η σκληρή δουλειά, τους άφηνε την προσμονή για να σμίξουν με τις οικογένειες τους, να πιουν έναν καφέ όποτε βρουν την ευκαιρία με έναν φίλο τους, και όχι καθημερινά. Αυτή η προσμονή! Και η ανάγκη για υγεία και επιβίωση, αναπνέοντας το καθαρό οξυγόνο, δίχως πολλά αυτοκίνητα(πολλές φορές και καθόλου), δίχως τις σπατάλες του τώρα.
Οι φορές που θα έσμιγαν οι φιλίες, ήταν λίγες. Ένας εκκλησιασμός, ένα πανηγύρι, ένας γάμος. Μετά τον εκκλησιασμό ένας καφές στο μοναδικό καφενείο του χωριού. Ασταμάτητος χορός και τραγούδι σε ένα πανηγύρι, αμέτρητες ευχές και χαμόγελα σε ένα γάμο. Τι ήταν όλα αυτά; Ήταν ένας άλλος τομέας, αυτός της εισχώρησης κατά κάποιον τρόπο στην κοινωνικότητα, στις κοινωνικές σχέσεις και στην ανάπτυξη αυτών.
Τι γινόταν σ’ ένα γάμο τότε; Σε μία κοινωνική συνάθροιση; Γεννιόταν ο έρωτας, αυτό το υπέροχο συναίσθημα. Το βλέμμα του νέου προς αυτήν που αγαπούσε, ένα σφιχτό πιάσιμο στο χέρι κατά τη διάρκεια ενός παραδοσιακού χορού! Ένας γάμος, ήταν κατά κάποιον τρόπο το κάλεσμα, για όλους όσους περίμεναν να βιώσουν τέτοιου είδους συναισθήματα, μετά από τις δυσκολίες της καθημερινότητας.
Ολημερίς στον αγρό, στα κοπάδια, οι άντρες. Οι γυναίκες δουλειές κάτω από το κεραμίδι τους. Πως ξεπερνούσαν αυτόν τον υποτιθέμενο «εγκλεισμό»; Όλο αυτό ήταν πόνος καθημερινός γι αυτούς. Κι όμως έβρισκαν, να κάνουν γέλιο, χαρά και τραγούδι τον κάθε πόνο, τον έρωτα, την αγάπη, την ξενιτιά. Άλλωστε οι ερωτευμένοι, κάθε γυναίκας όνομα το έκαναν τραγούδι. Και πόσο δεν έχει τραγουδιστεί το κάθε γυναικείο όνομα. Η κάθε νέα γυναίκα άλλωστε, φρόντιζε να κεντρίζει το ενδιαφέρον, είτε με τη στάμνα της, είτε με την καθημερινή φορεσιά της, είτε με τη γιορτινή, είτε με τη νυφιάτικη. Όσο πιο πολλά τα βιώματα, τόσο πιο πολλά τραγούδια. Όλα αυτά κάποτε ήταν καθημερινότητα, και τώρα αποτελεί Παράδοση, την οποία εμείς, λίγοι ή πολλοί θα το κρίνει η Ιστορία, προσπαθούμε με νύχια και με δόντια να την κρατήσουμε αυτούσια, αναλλοίωτη, και να την μεταδώσουμε ως φλόγα άσβεστη στις επόμενες γενιές.
Κι απ’ την άλλη μεριά, αυτό, τη σήμερον ημέρα, εκφράζεται μέσα από τους πολιτιστικούς συλλόγους και τις τοπικές κοινωνίες οι οποίες διατηρούν ζωντανά τα βιώματα τους, με εκδηλώσεις και πανηγύρια, ώστε να μεταφερθούμε για λίγο στην τότε εποχή και να νιώσουμε αυτούς τους πονεμένους ανθρώπους της.
Καθημερινά, όλο και περισσότεροι αναζητούν τη συμμετοχή τους σε κάθε πολιτιστικό φορέα. Άλλοι για ψυχαγωγία, άλλοι για γυμναστική και ελάχιστοι για την πραγματική γνώση της Παράδοσης. Το τι πρέσβευαν οι παλαιότεροι, γιατί έπλασαν το κάθε τραγούδι, τι τους παρακίνησε να συνθέσουν ένα στίχο πονεμένο ή της αγάπης.
Και το ερώτημα γεννάται τελικά
Βοήθησε η καραντίνα, να νιώσουμε για λίγο κάτοικοι του τότε; Ή απλά παριστάνουμε ότι αγαπάμε τα χωριά μας, τις λίμνες μας και τα βουνά μας; Η απομάκρυνση από τα χωριά μας, μας οδήγησε σε έναν άλλον τρόπο ζωής και είναι ολοφάνερο. Εγκλωβιστήκαμε και δεν κρατήσαμε κάτι από τον παλαιό τρόπο ζωής, τις αγνές προθέσεις, την καλοσύνη, και την αγάπη για τον συνάνθρωπο και το περιβάλλον.
Και τώρα που ήρθε η καραντίνα, ο τρόπος που ζούμε πλέον είναι σαν να μιλεί: «Στερνή μου γνώση, να σ ‘ είχα πρώτα!». Τώρα αναγκαστικά διαφεύγουμε στα χωριά, στον καθαρό αέρα. Μα γιατί; Γιατί οι τέσσερις τοίχοι μας στοιχειώνουν, μας φοβίζουν και ζητάμε την αθωότητα της τότε εποχής. Κάποτε θελήσαμε να ζήσουμε μακριά απ΄ τα χωριά μας για να κοινωνικοποιηθούμε, να διευρύνουμε τους ορίζοντες μας, και να προκόψουμε. Και τώρα επιστρέφουμε να προκόψουμε στους γενέθλιους τόπους, να δούμε καθαρό ουρανό και ανοιχτούς ορίζοντες, γιατί μας τους κρύβουν οι πολυκατοικίες.
Συμπερασματικά λοιπόν…
Δίχως να στρουθοκαμηλίζουμε, ανέκαθεν ήμασταν άνθρωποι του χωριού, και αφήναμε ψευδώς να φανεί μια κάποια ευτυχία και καλοπέραση μακριά απ τα χωριά μας, τις οικογένειές μας, τους λατρεμένους μας παππούδες και γιαγιάδες, τα γάργαρα νερά του τόπου μας. Και τώρα τα αποζητούμε με λαχτάρα. Συγκεντρωθήκαμε, προσαρμοστήκαμε πλέον, στις νέες δυσκολίες της δικής μας καθημερινότητας που προέκυψε, και αρχίσαμε να νιώθουμε καλά, αρχίσαμε να μαγειρεύουμε υγιεινά με προϊόντα της δικής μας γης, μακριά από τέσσερις τοίχους, από καυσαέρια και θορύβους. Και ο θόρυβος της φύσης πλέον μας ηρεμεί το μυαλό, κατευνάζει τις ψυχές μας.
Κι όταν θα δεήσει ο Μεγαλοδύναμος να επιστρέψουμε στην κανονικότητα μας, ίσως βγούμε πιο καλοί άνθρωποι, πιο συνειδητοποιημένοι, με μεγαλύτερες αντοχές, κι ας είμαστε φτωχότεροι. Μία επανεκκίνηση που απ’ ότι φαίνεται θα μας λυτρώσει, θα καθαρίσει το μυαλό μας. Και τότε τα τραγούδια μας θα θυμίζουν και πάλι παλιές εποχές, θα αγαπούμε την Παράδοση, θα γλεντάμε, δίχως κακές σκέψεις. Γιατί στο τέλος, το παλιό και το αγνό θα είναι μέσα μας, και θα μας οδηγήσουν στο να διατηρήσουμε ήθη και έθιμα, γιατί τελικά μας έκανε καλό η καραντίνα!
Καθηγητής Φυσικής Αγωγής και Αθλητισμού,
Χοροδιδάσκαλος Ελληνικών Παραδοσιακών Χορών.